Categories
Atman Nityananda Posts (Gr)

Νοερά ή Καρδιακή Προσευχή – Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με – Φιλοκαλία

🌺 Φως, Ειρήνη, Αγάπη

Καρδιακή Προσευχή – Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με – Φιλοκαλία
Χρυσόστομος – Φιλοκαλία
https://azbyka.ru/otechnik/prochee/dobrotolyubie-filokalija-na-grecheskom-jazyke-tom-5/1

Εισαγωγή
Άτμαν Νιτυανάντα

Δύο σύντομες αλλά βαθιά καθοριστικές διδασκαλίες που συνοψίζουν ολόκληρη την πνευματική ζωή:

«Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε»
«Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»

Η εγρήγορση διαφυλάσσει τον νου και την την καρδιά, και η αδιάλειπτη προσευχή μας ενώνει με τον Θεό.

Το «ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε» ειπώθηκε από τον Κύριο Ιησού Χριστό προς τους μαθητές Του στον κήπο της Γεθσημανή, λίγο πριν από τη σύλληψή Του. (Κατά Ματθαῖον 26:41)

Το «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. 5:17) γράφτηκε από τον Απόστολο Παύλο στην Α΄ Προς Θεσσαλονικεῖς Επιστολή (5:17), ως μέρος των νουθεσιών του προς τους πιστούς για την πνευματική τους ζωή.

Το αγρυπνείτε καλεί σε συνεχή εγρήγορση, επαγρύπνηση (Νήψη), φύλαξη νου και καρδιάς ώστε να μη μας κυριεύουν οι πειρασμοί, τα πάθη (θυμός, λαγνεία, λαιμαργία, ζήλια, φόβος κ.λπ.) και οι σχετικές σκέψεις (Λογισμοί) και το προσεύχεσθε να παραμείνουμε ενωμένοι με τον Θεό συνεχώς, σε κάθε στιγμή και σε κάθε κατάσταση για να ζούμε σ ένωση με τον Θεό το οποίο δεν επιτρέπει να εκδηλώνονται τα πάθη .

Ακολουθεί απόσπασμα από την Φιλοκαλία
περί Νοεράς ή καρδιακή Προσευχής
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με»

Οι σκέψεις που έχουν ριζώσει στην καρδιά μας παρά τη θέλησή μας και παραμένουν εκεί, μπορούν να εξαφανιστούν μοναδικά μέσω της προσευχής του Ιησού, όταν την απαγγέλλουμε από τα βάθη της καρδιάς μας.

Όπως είναι αδύνατο να διασχίσουμε μια μεγάλη θάλασσα χωρίς ένα μεγάλο πλοίο, έτσι είναι αδύνατο να διώξουμε μια προσβολή από μια κακή σκέψη χωρίς την επίκληση του Ιησού Χριστού.

~ Άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος (Φιλοκαλία, Τόμος 1)

Επαγρύπνηση (Προσοχή) και Προφύλαξη του Νου (νήψη) και η προσευχή («Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με») συνδέονται, όπως η ψυχή και το σώμα, και το ένα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο.

Αυτά τα δύο συνδέονται με δύο τρόπους:Πρώτον, η επαγρύπνηση αντιστέκεται στην αμαρτία ως προπομπός, και στη συνέχεια έρχεται η προσευχή, που εξαλείφει όλες τις αισχρές (παθιασμένες) σκέψεις που η επαγρύπνηση έχει πρώτα εξουδετερώσει. Διότι μόνη της (η επαγρύπνηση) δεν μπορεί να το κάνει.

~ Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος (Φιλοκαλία, Τόμος 5)

Ιωάννης Χρυσόστομος

Και ο ιερός Χρυσόστομος, όμοια με άλλους παλαιούς αγίους Πατέρες, παραγγέλλει να προσευχόμαστε στο όνομα του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας μέσα στην καρδιά, με αυτή την προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με»
Και ο Μέγας Χρυσόστομος λέει: «Σας παρακαλώ, αδελφοί, μην παραβείτε και μην καταφρονήσετε ποτέ τον κανόνα της προσευχής».
Και παρακάτω:
«Οφείλει ο μοναχός (πιστός), είτε τρώει είτε πίνει είτε κάθεται είτε εκτελεί διακόνημα είτε βαδίζει στο δρόμο είτε κάνει ο,τιδήποτε, να κράζει ακατάπαυστα το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με»».

Και παρακάτω: «Έτσι, το όνομα του Κυρίου Ιησού, κατεβαίνοντας στο βάθος της καρδιάς, θα ταπεινώσει το δράκοντα που έχει την κατοχή της καρδιάς και θα σώσει και θα ζωοποιήσει την ψυχή. Να επιμένεις λοιπόν αδιάκοπα στην επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά τον Κύριο κι ο Κύριος την καρδιά και να γίνουν τα δύο ένα».

Και πάλι: «Μη χωρίζετε την καρδιά σας από το Θεό, αλλά να επιμένετε και να τη φυλάγετε πάντοτε μαζί με τη μνήμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού· ώσπου να φυτευτεί το όνομα του Κυρίου μέσα στην καρδιά και τίποτε άλλο να μη σκέφτεται αυτή, για να δοξαστεί μέσα σας ο Χριστός».

Και πάλι για τη μνήμη του Ιησού μέσα στην καρδιά με την εισπνοή και με προσοχή Γράφει και ο Ιωάννης της Κλίμακος:
«Η μνήμη του Ιησού ας κολληθεί στην αναπνοή σου, και τότε θα εννοήσεις την ωφέλεια της ησυχίας». Και ο άγιος Ησύχιος: «Αν θέλεις στ’ αλήθεια να καταντροπιάσεις τους λογισμούς και να ησυχάζεις ευχάριστα και να νήφεις μέσα στην καρδιά σου με ευκολία, ας κολληθεί η ευχή του Ιησού στην αναπνοή σου, και σε λίγες ημέρες θα δεις να γίνεται τούτο»

Σε άλλο σημείο
Ο θείος Χρυσόστομος την παραδίδει ολόκληρη λέγοντας: «Σάς παρακαλώ, αδελφοί, ποτέ να μην καταπατήσετε ή να καταφρονήσετε τον κανόνα της προσευχής· γιατί άκουσα κάποιους πατέρες να λένε κάποτε: «Ποιος είναι ο μοναχός, αν καταπατήσει ή καταφρονήσει τον κανόνα του;». Μάλλον οφείλει, είτε τρώει είτε πίνει είτε κάθεται είτε εκτελεί διακόνημα είτε περπατά είτε κάτι άλλο κάνει, να κράζει αδιάλειπτα το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», ώστε η μνήμη αυτή του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να ερεθίσει σε πόλεμο τον εχθρό.

Γιατί η ψυχή που βιάζει τον εαυτό της θα τα βρει όλα, είτε πονηρά είτε αγαθά, με τη μνήμη. Πρώτα θα δει μέσα στην καρδιά του το κακό, και τότε θα βρει τα αγαθά. Γιατί η μνήμη είναι που θα ξεσηκώσει τον δράκοντα και η μνήμη θα τον ταπεινώσει· η μνήμη θα ελέγξει την αμαρτία που κατοικεί μέσα μας(Ρωμ. 7, 17) και η μνήμη θα τον αφανίσει και θα κινήσει όλη τη δύναμη του εχθρού μέσα στην καρδιά· και η μνήμη θα τη νικήσει και θα την ξεριζώσει σιγά-σιγά.

Έτσι το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού κατεβαίνοντας στο βάθος της καρδιάς, θα ταπεινώσει τον δράκοντα που εξουσιάζει τα μέρη της καρδιάς και θα σώσει και θα ζωοποιήσει την ψυχή. Κράτησε λοιπόν αδιάλειπτα το όνομα του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά και να γίνουν τα δύο ένα. Το έργο όμως αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο, αλλά πολλού χρόνου και καιρού.

Νίκη επάνω στα πάθη και τους λογισμούς
με το όνομα του Χριστού

Γιατί χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος για να εξοριστεί ο εχθρός και να κατοικήσει μέσα ο Χριστός». Και πάλι λέει: «Πρέπει να ασφαλίζομε και να ηνιοχούμε και να χαλιναγωγούμε το νου και να αναχαιτίζομε κάθε λογισμό και κάθε ενέργεια του πονηρού με την επίκληση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Και όπου στέκεται το σώμα, εκεί να είναι και ο νους, για να μη βρίσκεται τίποτε μεταξύ του Θεού και της καρδιάς σαν μεσότοιχος ή φραγμός που να σκοτίζει την καρδιά και να χωρίζει το νου από το Θεό.

Κι αν καμιά φορά αρπάξει κάτι το νου, δεν πρέπει αυτός να χρονοτριβεί στους λογισμούς, για να μη του καταλογιστεί η συγκατάθεση στους λογισμούς σαν πράξη την ημέρα της κρίσεως ενώπιον του Κυρίου όταν θα κρίνει ο Θεός τα μυστικά των ανθρώπων (Ρωμ. 2, 16). Απαλλαγείτε λοιπόν για πάντα από τους περισπασμούς και μείνετε κοντά στον Κύριο το Θεό μας μεχρις ότου μας σπλαχνιστεί (Ψαλμ. 122, 2)· και μη ζητάτε τίποτε άλλο παρά μόνο το έλεος από τον ένδοξο Κύριο.

Ζητώντας όμως το έλεος, να το ζητάτε με ταπεινή και αξιολύπητη καρδιά· και φωνάζετε από το πρωί μέχρι το βράδυ, κι αν είναι δυνατό και όλη τη νύχτα, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».

Και βιάσετε το νου σας σ’ αυτό το έργο μεχρι θανάτου. Γιατί αυτό το έργο χρειάζεται μεγάλη βία, επειδή είναι στενή η πύλη και όλο δυσκολίες ο δρόμος που οδηγεί στη ζωή(Ματθ. 7, 14) και μπαίνουν σ’ αυτή όσοι βιάζουν τον εαυτό τους, αφού «η βασιλεία των ουρανών κερδίζεται απ΄ όσους βιάζουν τον εαυτό τους» (Ματθ. 11, 12).

Σας παρακαλώ, λοιπόν, μη χωρίζετε τις καρδιές σας από το Θεό, αλλά να μένετε κοντά Του και να τις φυλάγετε μαζί με τη μνήμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού πάντοτε, έως ότου φυτευτεί το όνομα του Κυρίου μέσα στην καρδιά σας κι αυτή πιά να μη σκέφτεται τίποτε άλλο, για να δοξαστεί ο Χριστός μέσα σας»

Παράρτημα

Τα λόγια της ιερής και θεοποιού προσευχής έχουν μυσταγωγηθεί πνευματικά όχι μόνο από τους αγίους Πατέρες που αναφέραμε, αλλά και από αυτούς τους κορυφαίους Αποστόλους Πέτρο, Παύλο και Ιωάννη Τα λόγια αυτά της ιερής προσευχής θα τα βρει κανείς μυσταγωγημένα όχι μόνο από τους θεοφόρους Πατέρες που αναφέραμε και τους ομοίους τους, αλλά πρίν από αυτούς, και από τους ίδιους τους πρώτους και κορυφαίους Αποστόλους Πέτρο, Παύλο και Ιωάννη.

Ο πρώτος, όπως προείπαμε, λέει: «Κανείς δεν μπορεί να πει Κύριο τον Ιησού παρά μόνο με Άγιο Πνεύμα»(Α΄ Κορ. 12, 30. Ο δεύτερος: «Η χάρη και η αλήθεια ήρθε μέσω του Ιησού Χριστού»(Ιω. 1, 17) και: «Κάθε πνεύμα που ομολογεί πως ο Ιησούς Χριστός ήρθε με ανθρώπινη σάρκα, προέρχεται από το Θεό»(Α΄ Ιω. 4, 2). Ο τρίτος, ο πρόκριτος των μαθητών του Χριστού, στην ερώτηση του Σωτήρα και Διδασκάλου προς τους Αποστόλους· «ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι», έκανε τη μακαριότατη ομολογία: «Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος»(Ματθ. 16, 16).

Γι’ αυτό οι μετά τους Αποστόλους ένδοξοι παιδαγωγοί μας, και περισσότερο εκείνοι που έζησαν τον άγαμο και ερημικό και ήσυχο βίο, τις φράσεις αυτές που προαναγγέλθηκαν σποραδικά και τμηματικά από τους τρεις αυτούς μεγάλους στύλους της αγίας Εκκλησίας, τις πήραν ως θεϊκά λόγια, θεσπισμένα με αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος και μαρτυρημένα από τρεις πολύ αξιόπιστους μάρτυρες· και ξέρομε ότι με την κατάθεση τριών μαρτύρων βεβαιώνεται κάθε λόγος(Δευτ. 19, 15· Β΄ Κορ. 13, 1).

Πήραν λοιπόν τα λόγια αυτά οι ουρανόφρονες Πατέρες, κι αφού τα ένωσαν άριστα και τα συνάρμοσαν σε ένα με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που κατοικούσε μέσα τους, τα ονόμασαν μνημείο προσευχής και τα παρέδωσαν στους μεταγενέστερους, για να την κρατούν και να την τηρούν με όμοιο τρόπο. Πρόσεξε τώρα και τη σειρά και τη διάταξη των λέξεων, πόσο εξαίσια είναι και πόση ουράνια σοφία περιέχει.

Ο Παύλος δηλαδή, όπως προαναφέραμε, λέει «Κύριον Ιησού», ο Ιωάννης «Ιησού Χριστό», ο Πέτρος «Χριστό, Υιό του Θεού»· σαν να ακολουθούν ο ένας τον άλλο από κοντά με τη συμφωνία και το σύνδεσμο των θεουργικών αυτών λέξεων. Γιατί θα διαπιστώσεις ότι ο καθένας από τους τρεις αυτούς, το τέλος του προηγουμένου το παίρνει ως αρχή και έτσι συνεχίζει. Το ίδιο θα παρατηρήσεις και με την προσθήκη της λέξεως «Πνεύμα». Αφού δηλαδή ο μακάριος Παύλος είπε: «Κανείς δεν μπορεί να πει Κύριο τον Ιησού παρά με Άγιο Πνεύμα»(Α΄ Κορ. 12, 3), τη λέξη που έχει στο τέλος, δηλαδή «Πνεύμα», την κάνει αρχή του ο βροντόφωνος Ιωάννης, λέγοντας: «Κάθε πνεύμα που ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε με σάρκα, προέρχεται από το Θεό»(Α΄ Ιω. 4, 2).

Και αυτά μας τα έγραψαν όχι μόνοι τους και από τον εαυτό τους, αλλά κινούμενοι από το χέρι του Παναγίου Πνεύματος. Γιατί και η μέσω αποκαλύψεως ομολογία του θείου Πέτρου έγινε με ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, αφού η Γραφή λέει: «Όλα τα ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα, που μοιράζει τα χαρίσματα στον καθένα όπως θέλει»(Α΄ Κορ. 12, 11).

Κι έτσι λοιπόν το τρίπλοκο και άρρηκτο σχοινί της θεοποιού αυτής προσευχής, το πολύ σοφά κι επιστημονικά πλεγμένο και συρραμένο και συναρμολογημένο, φτάνει μέχρι σ’ εμάς και τηρείται με τον ίδιο τρόπο.

Την προσθήκη όμως της λέξεως «ελέησόν με» την έκαναν και την καθόρισαν οι μετέπειτα θείοι Πατέρες στα σωτήρια αυτά λόγια της προσευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού», και περισσότερο για κείνους που είναι πιο νηπιώδεις στην αρετή, δηλαδή για τους αρχάριους και ατελείς. Γιατί εκείνοι που έχουν προχωρήσει κι έγιναν τέλειοι κατά Χριστόν, αρκούνται και σε μία μόνο από τις ιερές αυτές λέξεις «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού», αλλά κάποτε και μόνο στην ονομασία «Ιησού», και την ενστερνίζονται και την αποδέχονται ως ολοκληρωμένη εργασία προσευχής, επειδή με αυτό γεμίζουν από ανέκφραστη ηδονή και γλυκύτητα που ξεπερνά κάθε νου και κάθε όραση και ακοή.

Κι έτσι λοιπόν οι τρισμακάριοι, βγαίνουν έξω από τη σάρκα και τον κόσμο, κρατούν κλειστές τις αισθήσεις και, κατακυριευμένοι από θείο έρωτα σε μία μακάρια βακχική μέθη από τη θεία δωρεά και χάρη που κατοικεί μέσα τους, καθαίρονται και φωτίζονται και φτάνουν στην τελειότητα, επειδή από τώρα βλέπουν αμυδρά, όπως μέσα σε καθρέφτη, σαν πρόγευση, την υπερφυσική και άναρχη και άκτιστη χάρη της υπερουσίου Θεότητας.

Αρκούνται στη μνήμη και τη μελέτη, όπως είπαμε, μίας από τις παραπάνω ονομασίες του Θεανθρώπου Λόγου, και με αυτήν αξιώνονται από το Πνεύμα και υψώνονται σε αλάλητες αρπαγές και γνώσεις και αποκαλύψεις.

Για να πληροφορηθούμε με ενάργεια και να βεβαιωθούμε με κάθε σαφήνεια γι’ αυτά, ο γλυκύτατος Κύριός μας Ιησούς Χριστός ο Υιός του Θεού, του οποίου οι λόγοι, όπως είπε, είναι πνεύμα και είναι ζωή(Ιω. 6, 63), κήρυξε μεγαλόφωνα ότι «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(Ιω. 15, 5), και: «Αν ζητήσετε κάτι στο όνομά μου, εγώ θα το κάνω»(Ιω. 14, 14), και πάλι: «Ό,τι ζητήσετε στο όνομά μου, εγώ θα το κάνω»(Ιω. 14, 13) και τα λοιπά, σύμφωνα με όσα μας έχουν παραδοθεί.

Οι αρχάριοι μπορούν να προσεύχονται άλλοτε με ολόκληρη την προσευχή, άλλοτε με ένα μέρος της, πάντοτε όμως μέσα στην καρδιά, και να μην αλλάζουν συνεχώς τα λόγια της προσευχής Οι αρχάριοι μπορούν να προσεύχονται άλλοτε με ολόκληρη την προσευχή κι άλλοτε με ένα μέρος της, πλην όμως αυτό θα γίνεται μέσα στην καρδιά και ακατάπαυστα. Γιατί, κατά τον άγιο Διάδοχο, «εκείνος που διατρίβει πάντοτε μέσα στην καρδιά του, απομακρύνεται οπωσδήποτε από όσα θεωρούνται ωραία στη ζωή. Γιατί καθώς ζει πνευματικά, δεν μπορεί να γνωρίζει τις επιθυμίες της σάρκας(Γαλ. 5, 16).

Ο άνθρωπος αυτός περιφέρεται λοιπόν μέσα στο φρούριο των αρετών έχοντας τις ίδιες τις αρετές ως θυρωρούς να φυλάγουν την πόλη της αγνότητας· γι’ αυτό και μένουν άπρακτες οι εναντίον του μηχανές των δαιμόνων». Και ο άγιος Ισαάκ γράφει: «Του ανθρώπου που στρέφεται κάθε ώρα στην ψυχή του, ευφραίνεται η καρδιά με τις αποκαλύψεις. Κι εκείνος που συνάγει τη θεωρία του μέσα του, βλέπει εκεί τη λάμψη του Πνεύματος. Όποιος αποστράφηκε κάθε περιπλάνηση του νου, αυτός βλέπει τον Κύριό του μέσα στην καρδιά του».

Όμως, μην αλλάζεις συνεχώς τα λόγια της προσευχής, για να μη συνηθίσει ο νους από τη συνεχή εναλλαγή και μεταφορά των λέξεων σε κάποια αστασία και μετατόπιση και μείνει αρρίζωτος και άκαρπος, όπως τα δένδρα που μετακινούνται και μεταφυτεύονται συνεχώς.

Για να καρποφορήσει η προσευχή μέσα στην καρδιά, χρειάζεται καιρός πολύς και αγώνας και βία. Και γενικά, κάθε αγαθό κατορθώνεται με μεγάλο κόπο και πολύν καιρό Το να προσεύχεται κανείς αδιάλειπτα μέσα στην καρδιά, επίσης και τα πέρα από αυτό, δεν κατορθώνονται απλώς και ως έτυχε και με σύντομο και μικρό κόπο· μ’ όλο που κι αυτό μπορείς να το συναντήσεις σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις κατά απόρρητη θεία οικονομία. Αλλά για να κατορθωθεί αυτό χρειάζεται και μακρό χρονικό διάστημα και κόπο και αγώνα σωματικό και ψυχικό και βία πολλή και εντατική.

Γιατί ανάλογα με το μερίδιο της δωρεάς και της χάρης που ελπίζομε να μετάσχομε, πρέπει να καταβάλομε και τους αγώνες γι’ αυτήν και να προσθέσομε επιπλέον ώρες. Και αυτή, σύμφωνα με τους διδασκάλους των θείων, είναι το να εξοριστεί από τα μέρη της καρδιάς ο εχθρός και να κατοικήσει σ’ αυτήν φανερά ο Χριστός. Λέει σχετικά ο άγιος Ισαάκ: «Εκείνος που θέλει να δει τον Κύριο, επινοεί τρόπους να καθαρίσει την καρδιά του με την αδιάλειπτη μνήμη του Θεού. Κι έτσι μέσα στη λαμπρότητα της διάνοιάς του θα βλέπει κάθε στιγμή τον Κύριο».

Και ο άγιος Βαρσανούφιος: «Αν η εσωτερική εργασία μαζί με τη χάρη του Θεού δε βοηθήσει τον άνθρωπο, μάταια κοπιάζει με την εξωτερική. Η εσωτερική εργασία με πόνο καρδιάς φέρνει την καθαρότητα κι η καθαρότητα την αληθινή ησυχία της καρδιάς· η ησυχία αυτή φέρνει την ταπείνωση, κι η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο κατοικητήριο του Θεού. Από την κατοίκηση αυτή εξορίζονται τα πάθη και οι δαίμονες και γίνεται έτσι ο άνθρωπος ναός Θεού γεμάτος από αγιασμό, γεμάτος φωτισμό, καθαρότητα και χάρη.

Μακάριος λοιπόν εκείνος που βλέπει σαν μέσα σε καθρέφτη στα άδυτα της καρδιάς του τον Κύριο και ξεχύνει εμπρός στην αγαθότητά Του με κλαυθμό τη δέησή του». Και ο όσιος Ιωάννης ο Καρπάθιος: «Χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος στις προσευχές για να βρούμε στην ολότελα απαλλαγμένη από ενοχλήσεις κατάσταση της διάνοιας έναν άλλο καρδιακό ουρανό, όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος· «Ή δεν καταλάβατε ότι ο Ιησούς Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια αν είστε αδόκιμοι»(Β΄ Κορ. 13, 50».

Και ο μέγας Χρυσόστομος λέει: «Παράμενε αδιάλειπτα στο όνομα του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά σου τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά σου και να γίνουν τα δύο ένα. Αλλά το έργο αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο, αλλά πολλού χρόνου και καιρού. Γιατί χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος για να εξοριστεί ο εχθρός και να κατοικήσει μέσα ο Χριστός». Αυτά αρκούν· ο λόγος ας επιστρέψει στα προκείμενα με τη σειρά.

Η μη καθαρή καρδιακή προσευχή, και πώς φτανει κανείς στην καθαρή και αρρέμβαστη προσευχή
Από την επιμονή στη μέθοδο που αναφέραμε της καρδιακής και αρρέμβαστης προσευχής, έστω κι αν η προσευχή είναι ίσως όχι τελείως καθαρή και αρρέμβαστη καθώς εμποδίζεται από τις εμπαθείς μνήμες και τους λογισμούς, φτάνει ο αγωνιζόμενος στην έξη να προσεύχεται αβίαστα, αρρέμβαστα, καθαρά και αληθινά.

Δηλαδή με το να παραμένει ο νους μέσα στην καρδιά και όχι να εισάγεται σ’ αυτήν με τη βία και χωρίς όρεξη μέσω της εισπνοής και να ξεφεύγει αμέσως, αλλά να παραμενει πάντοτε εκεί και να προσεύχεται έτσι αέναα. Γιατί λέει ο άγιος Ησύχιος: «Εκείνος που δεν έχει προσευχή καθαρή από λογισμούς, δεν έχει όπλο στον πόλεμο.

Προσευχή εννοώ εκείνη που γίνεται αέναα στα άδυτα της καρδιάς, για να μαστιγώνεται και να φλογίζεται με την επίκληση του Ιησού Χριστού αυτός που μας πολεμά κρυφά». Και πάλι: «Μακάριος εκείνος που έχει τόσο προσκολληθεί στην ευχή του Ιησού με τη διάνοιά του και τον φωνάζει ακατάπαυστα μέσα στην καρδιά, όπως είναι ενωμένος ο αέρας με τα σώματά μας ή η φλόγα με το κερί.

Ο ήλιος περνώντας πάνω από τη γη κάνει την ημέρα. Και το άγιο και σεβάσμιο όνομα του Κυρίου Ιησού, όταν λάμπει συνεχώς μέσα στη διάνοια, θα γεννήσει αναρίθμητες έννοιες λαμπρές σαν τον ήλιο».

Εκείνος λοιπόν που θέλει να καθαρίσει την καρδιά του, άς την πυρώνει συνέχεια με τη μνήμη του Ιησού Χριστού(Εβρ. 12, 29), αυτό μόνο έχοντας μελέτη και έργο ακατάπαυστο. Γιατί εκείνοι που θέλουν ν’ αποβάλουν τη σαπίλα, δεν πρέπει άλλοτε να προσεύχονται κι άλλοτε όχι, αλλά ν’ ασχολούνται πάντοτε με την προσευχή και τη φύλαξη του νου, ακόμη και όταν βρίσκονται έξω από τους ιερούς ναούς.

Έτσι λοιπόν παραμένοντας ο νους δίχως εμπόδια μέσα στην καρδιά, προσεύχεται καθαρά και απλανώς, σύμφωνα με τον Άγιο που λέει: «Τότε είναι αληθινή και απλανής η προσευχή, όταν ο νους φυλάγει την καρδιά όταν προσεύχεται». Γράφει και ο άγιος Ησύχιος: «Πράγματι αληθινός μοναχός είναι εκείνος που κατορθώνει τη νήψη. Κι έχει αληθινα νήψη, εκείνος που είναι μοναχός κατά την καρδιά».

Ο πόθος και έρωτας που γεννιέται από τη θέρμη, την προσοχή και την προσευχή Μέσα σ’ αυτή τη θέρμη και την προσεκτική προσευχή, δηλαδή την καθαρή προσευχή, γεννιέται ο πόθος και ο θείος έρωτας και η αγάπη μέσα στην καρδιά προς τον πάντοτε μνημονευόμενο Κύριο Ιησού Χριστό, όπως έχει γραφεί: «Νεανίδες με αγάπησαν, με έλκυσαν»(Άσμα 1, 3–4), και: «Εγώ είμαι πληγωμένη από την αγάπη»(Άσμα 2, 50. Ο άγιος Μάξιμος λέει: «Όλες οι αρετές βοηθούν το νου στο θείο έρωτα, περισσότερο όμως απ΄ όλες η καθαρή προσευχή. Επειδή με αυτήν ο νους φτερώνεται και πετά προς το Θεό και βγαίνει έξω απ΄ όλα».

Τα καρδιακά δάκρυα. Ο θείος πόθος και έρωτας Από τέτοια καρδιά κυλούν και άφθονα δάκρυα που καθαίρουν και γλυκαίνουν εκείνον που αξιώθηκε από αγάπη να τα αποκτήσει, χωρίς να φθείρουν και να ξηραίνουν. Καθαίρουν τα δάκρυα που προέρχονται από το φόβο του Θεού, ενώ γλυκαίνουν τα δάκρυα του θείου έρωτα, με το σφοδρό και ακατάσχετο πόθο και έρωτα του μνημονευομένου Κυρίου Ιησού Χριστού.

Και τότε γεμάτη από ενθουσιασμό η καρδιά κράζει: «Με έθελξες με το πόθο Σου, Χριστέ, και με

αλλοίωσες με το θείο έρωτά Σου», και: «Σωτήρα μου, είσαι όλος γλυκασμός, όλος είσαι επιθυμία, όλος λαχτάρα αχόρταστη, είσαι όλος κάλλος απερίγραπτο».

Και κραυγάζει μαζί με τον χριστοκήρυκα Παύλο: «Μας διακατέχει η αγάπη του Χριστού»(Β΄ Κορ.

Φαντασία

Η απρεπής και η ευπρεπής φαντασία, και πώς πρέπει να τις αντιμετωπίζομε Επειδή λίγο παραπάνω είπαμε για τη φαντασία, και μάλιστα για φαντασία απρεπή, νομίζομε χρησιμότατο να πούμε λίγα λόγια και γι’ αυτή ή μάλλον για κάθε φαντασία, όσο μας είναι δυνατό. Γιατί πολύ αντιστέκεται η καταραμένη στην καθαρή και καρδιακή προσευχή και στην ενιαία και απλανή εργασία του νου. Γι’ αυτό και οι θείοι Πατέρες μιλούν με πολλούς τρόπους περί αυτής και εναντίον αυτής.

Αυτή λοιπόν την ποικιλόμορφη σαν το μυθολογικό Δαίδαλο και πολυκέφαλη σαν τη Λερναία Ύδρα φαντασία, οι Άγιοι τη θεωρούν και την ονομάζουν γέφυρα των δαιμόνων. Γιατί μέσω αυτής περνούν οι κακούργοι και μιαροί δαίμονες, έρχονται σε κάποια επικοινωνία και σμίγουν με την ψυχή και την κάνουν κυψέλη κηφήνων και κατοικία εννοιών ακάρπων και εμπαθών.

Πρέπει λοιπόν να αποβάλεις εντελώς τη φαντασία, εκτός αν ποτέ, για λόγους μετανοίας και συντριβής και πένθους και ταπεινοφροσύνης, και πριν από αυτά για λόγους μελέτης και θεωρίας των όντων, ή ακόμη και εξαιτίας κάποιας απρεπούς φαντασίας, θέλεις να μεταχειριστείς και να αντιπαρατάξεις την ευπρεπή φαντασία.

Και αφού βάλεις τη μία φαντασία να συμπλακεί και να πολεμήσει με την άλλη, και κάνεις την αισχρή και αναίσχυντη φαντασία να ρίξει τα όπλα και να ηττηθεί κατά κράτος, να αναδειχθείς έτσι νικητής. Αν λοιπόν ενεργείς έτσι, δε θα μείνεις με τη ζημία μόνο της απρεπούς φαντασίας, αλλά θα γίνεις και αίτιος κέρδους στον εαυτό σου, ως άνθρωπος που διευθύνει τα του εαυτού του με αλάθευτη κρίση, επειδή εξουδετερώνεις την απρεπή φαντασία με την ευπρεπή και πλήττεις καίρια

ή και φονεύεις τους εχθρούς με τα δικά τους όπλα, όπως παλιά ο θείος Δαβίδ τον Γολιάθ(Α΄ Βασ. 17, 51).

Όχι μόνο η απρεπής φαντασία, αλλά και η ευπρεπής είναι απορριπτέα από τους Αγίους στην καθαρή προσευχή και στην απλή και ενιαία εργασία του νου Τα παραπάνω είναι άθλος όσων είναι ακόμη νήπιοι στην αρετή, δηλαδή των αρχαρίων. Γιατί οι προχωρημένοι απορρίπτουν τελείως και την απρεπή και την ευπρεπή φαντασία και την αχρηστεύουν, αποτεφρώνοντας και διαλύοντάς την σαν το κερί που λιώνει μπροστά στη φωτιά.

Και αυτό, για να επιτύχουν την καθαρή προσευχή και την απομάκρυνση και απογύμνωση του νου τους από όλα τα πράγματα και τις εντυπώσεις, με σκοπό την απλή προσέγγισή του προς το Θεό και, αν θέλεις, και της προσλήψεώς του από Αυτόν και της ασχημάτιστης και ενιαίας ενώσεως με Αυτόν.

Γιατί λέει ο άγιος Ησύχιος: «Κάθε λογισμός είναι φαντασία μέσα στο νου κάποιου αισθητού πράγματος. Επειδή ο Ασσύριος (ο διάβολος) είναι νους, δεν μπορεί να μας εξαπατά με άλλον τρόπο, παρά με το να μεταχειρίζεται τα αισθητά και συνήθη σ’ εμάς».

Και ο άγιος Διάδοχος: «Επειδή κάθε λογισμός μπαίνει μέσα στην καρδιά δια μέσου της φαντασίας κάποιων αισθητών, το μακάριο φως της θεότητας τη φωτίζει όταν αυτή απομακρυνθεί τελείως από όλα και αποβάλει κάθε μορφή και σχήμα τους. Γιατί η λαμπρότητα της θεότητας φανερώνεται στον καθαρό νου, όταν αυτός στερηθεί από κάθε νόημα».

Και ο μέγας Βασίλειος: «Όπως ο Κύριος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς(Πράξ. 7, 48), έτσι δεν κατοικεί ούτε σε κάποιες απεικονίσεις και πλάσματα του νου. Γιατί αυτά παρεμβάλλονται και κλείνουν σαν τείχος την κίβδηλη ψυχή, που δεν μπορεί να ατενίζει καθαρά προς την αλήθεια, αλλά εξακολουθεί να βλέπει θαμπά σαν σε καθρέφτη(Α΄ Κορ. 13, 12)».

Και ο θείος Ευάγριος: «Ο Θεός λέγεται ότι κάθεται εκεί, όπου τον γνωρίζουν. Γι’ αυτό και ο καθαρός νους λέγεται θρόνος του Θεού. Το νόημα λοιπόν του Θεού δε βρίσκεται στα νοήματα που μορφοποιούν το νου, αλλά στα νοήματα που δεν τον μορφοποιούν. Γι’ αυτό πρέπει ο προσευχόμενος ν’ αποξενώνεται ολότελα από τα νοήματα που μορφοποιούν το νου. Και διαφορετικά θα μορφοποιηθεί ο νους όταν θεωρεί άλλο νου, διαφορετικά θα διατεθεί όταν θεωρεί την αιτία του. Από αυτό μαθαίνομε πως η πνευματική γνώση απομακρύνει το νου από τα νοήματα που τον μορφοποιούν, και διατηρώντας τον αδιαμόρφωτο τον προσάγει στο Θεό».

Και ο άγιος Μάξιμος, στα σχόλιά του στον μέγα Διονύσιο Αρεοπαγίτη, λέει: «Άλλο είναι η φαντασία και άλλο είναι η νόηση, δηλαδή το νόημα· γιατί προέρχονται από δύο διάφορες δυνάμεις και διαφέρουν ως προς την κίνηση. Η νόηση είναι ενέργεια και δημιουργία, ενώ η φαντασία είναι πάθος και εικόνα που αναγγέλλει κάποιο αισθητό πράγμα ή οφείλεται σε κάποιο αισθητό. Και η αίσθηση αντιλαμβάνεται τα όντα με άμεση διαμόρφωσή της, ενώ ο νους εφάπτεται, δηλαδή αντιλαμβάνεται τα όντα με άλλο τρόπο και όχι όπως η αίσθηση. Στο σώμα λοιπόν και στο πνεύμα, όπου βρίσκονται οι αισθήσεις, όπως είπαμε, παρατηρείται η παθητική και η διαμορφωτική κίνηση· ενώ την κριτική και την αντιληπτική πρέπει να τις αποδώσομε στην ψυχή και στο νου, και κοντά στην αντιληπτική κίνηση της ψυχής πρέπει να βάλομε και τη φανταστική. Η τελευταία διαιρείται σε τρεις κατηγορίες. Πρώτη είναι η εικονιστική, η οποία δηλαδή εικονίζει και κάνει αισθητά όσα συνέλαβε η αντίληψη. Δεύτερη είναι η ανατυπωτική, η οποία ανασυνθέτει από τα παλιά απομεινάρια των προηγουμένων χωρίς να στηρίζει πουθενά τις εικόνες της, κι αυτή κυρίως λέγεται φανταστική. Τρίτη είναι εκείνη στην οποία συγκροτείται κάθε ηδονή και κάθε φαντασία υποτιθέμενου καλού ή κακού που συνοδεύεται με λύπη». Άρα λοιπόν, καμία φαντασία, όπως είπαμε, δεν έχει θέση στο Θεό, γιατί ο Θεός είναι γενικά πάνω από την έννοια όλων και τα υπερβαίνει.

Και πάλι ο μέγας Βασίλειος λέει: «Ο νους που δε διασκορπίζεται προς τα έξω, ούτε διαχέεται με τα αισθητήρια στον κόσμο, επανέρχεται στον εαυτό του και μέσω του εαυτού του ανεβαίνει στην έννοια περί του Θεού. Και καθώς περιλάμπεται από εκείνο το κάλλος, λησμονεί και αυτή τη φύση». Ξέροντας αυτά λοιπόν κι εσύ, να σπεύδεις κάθε στιγμή, με τη βοήθεια του Θεού, να προσεύχεσαι χωρίς φαντασία, χωρίς σχήματα, χωρίς διαμορφώσεις, με όλον ολότελα το νου καθαρό και ψυχή καθαρή και με όλους τους τρόπους.

Ο άγιος Μάξιμος λέει τα εξής.

Η καθαρότητα και η τελειότητα του νου, της ψυχής και της καρδιάς Ο καθαρός νούς Νους καθαρός είναι εκείνος που απομακρύνθηκε από την άγνοια και καταφωτίζεται από το θείο φως.

Η καθαρή ψυχή Ψυχή καθαρή είναι εκείνη που ελευθερώθηκε από τα πάθη και ευφραίνεται ακατάπαυστα με τη θεία αγάπη.

Η καθαρή καρδία Καρδιά καθαρή είναι εκείνη που παρουσίασε στο Θεό τελείως ασχημάτιστη και αδιαμόρφωτη τη μνήμη και έτοιμη να σφραγιστεί μόνο με τα δικά Του σημεία, με τα οποία συμβαίνει να φανερώνεται ο Θεός. Κοντά  σ’  αυτά  βάζομε  και τα  επόμενα.

Ο Τέλειος νούς Νους τέλειος είναι εκείνος ο οποίος με την αληθινή πίστη του γνώρισε πάνω από κάθε γνώση, με τρόπο υπεράγνωστο, τον Υπεράγνωστο, και είδε καθολικά τα δημιουργήματά Του, και έλαβε από το Θεό την περιεκτική γνώση περί Προνοίας και Κρίσεως των δημιουργημάτων Του· εννοώ βέβαια όσο  αυτό  είναι δυνατό σε ανθρώπους.

Η τέλεια ψυχή Ψυχή τέλεια είναι εκείνη που η παθητική δύναμή της έχει κλίνει ολότελα προς το Θεό.

Η τέλεια καρδιά Καρδιά τέλεια λέγεται ίσως εκείνη που δεν έχει με κανένα τρόπο καμία φυσική κίνηση προς ο,τιδήποτε· στην οποία έρχεται ο Θεός και, σαν σε πίνακα καλά καθαρισμένο από την άκρα απλότητα,      γράφει      τους      δικούς      Του      νόμους.

Ο καθαρός νούς Επίσης, κατά τον άγιο Διάδοχο, μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί να καθαρίσει το νου. Και ο Ιωάννης της Κλίμακος λέει ότι μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί να σταματήσει το νου. Ο άγιος Νείλος λέει: «Όποιος θέλει να δει την κατάσταση του νου του, ας στερήσει τον εαυτό του απ΄ όλα τα νοήματα, και τότε θα τον δει όμοιο με σάπφειρο ή με ουράνιο χρώμα». Και πάλι: «Κατάσταση του νου είναι ένα ύψος νοητό, όμοιο με ουράνιο χρώμα, στο οποίο έρχεται κατά την ώρα της προσευχής το φως της Αγίας Τριάδος». Και ο άγιος Ισαάκ: «Όταν ο νους ξεντύνεται τον παλαιό άνθρωπο και ντύνεται τον καινούργιο άνθρωπο της χάρης(Κολ. 3, 9–10), τότε θα δει την καθαρότητά του όμοια με το επουράνιο χρώμα, το οποίο ονομάστηκε τόπος Θεού(Εξ. 24, 10) από τους άρχοντες του Ισραήλ, όταν φανερώθηκε σ’ αυτούς στο όρος Σινά». Όταν λοιπόν κάνεις όπως προείπαμε, δηλαδή όταν προσεύχεσαι καθαρά, χωρίς φαντασίες και χωρίς σχήματα, θα βρεθείς να βαδίζεις στα ίχνη των Αγίων. Διαφορετικά θα είσαι φαντασιαστής και όχι ησυχαστής, και αντί σταφύλια θα τρυγήσεις αγκάθια –ο μη γένοιτο.

Πώς φαντάζονταν οι Προφήτες Αν μερικοί νομίζουν ότι οι οράσεις και τα σχήματα και οι αποκαλύψεις των Προφητών έγιναν με τη φαντασία και τη φυσική τάξη, αυτοί ας γνωρίζουν ότι βρίσκονται μακριά από την αλήθεια. Οι Προφήτες, όπως και οι τωρινοί μύστες των θείων, δεν έβλεπαν ούτε φαντάζονταν κατά τη φυσική τάξη και φαντασία όσα έβλεπαν και φαντάζονταν, αλλά ο νους τους δεχόταν τις εντυπώσεις και τις φαντασίες κατά τρόπο θείο και υπερφυσικό με την ανέκφραστη δύναμη και χάρη του Αγίου Πνεύματος, όπως λέει ο μέγας Βασίλειος: «Με κάποια ανέκφραστη δύναμη εντυπώνεται η φαντασία του νου εκείνων που τον έχουν καθαρό και απερίσπαστο, και ακούνε σαν ηχώ μέσα τους το λόγο του Θεού».

Και πάλι: «Οι Προφήτες έβλεπαν καθώς δέχονταν στο νου τους τους τύπους από το πνεύμα». Και ο Θεολόγος Γρηγόριος: «Το Πνεύμα το Άγιο ενεργούσε πρώτα στις αγγελικές και ουράνιες δυνάμεις. Έπειτα ενεργούσε στους Πατέρες και τους Προφήτες, από τους οποίους άλλοι φαντάστηκαν το Θεό

ή τον γνώρισαν, ενώ άλλοι προγνώρισαν το μέλλον, καθώς το πνεύμα άφηνε τ’ αποτυπώματά Του στο νου τους, κι έτσι είχαν τα μέλλοντα σαν παρόντα».

Συνέχεια για τη φαντασία και για εντυπώσεις στο νου και για τα σημάδια της πλάνης και της αλήθειας Αν ησυχάζεις και θέλεις να είσαι μόνος με μόνο το Θεό, μην παραδεχτείς ποτέ ό,τι και να δεις, αισθητό ή νοερό, μέσα σου ή από έξω, ακόμη και αν είναι η όψη τάχα του Χριστού ή μορφή Αγγέλου ή Αγίου ή ένα φωτεινό αποτύπωμα που σχηματίζεται ως φαντασία στο νου, αλλά να μείνεις δύσπιστος και επιφυλακτικός σ’ αυτό, ακόμη κι αν πρόκειται για κάτι αγαθό, προτού ρωτήσεις εκείνους που έχουν πείρα, καθώς είπαμε. Αυτό είναι πάρα πολύ ωφέλιμο και πάρα πολύ αγαπητό στο Θεό και ευπρόσδεκτο από Αυτόν.

Να κρατάς πάντοτε το νου σου χωρίς χρώμα, χωρίς μορφή, χωρίς εικόνες, χωρίς σχήματα, χωρίς ποιοτικές ή ποσοτικές έννοιες, και μόνο τα λόγια της προσευχής να προσέχεις και να μελετάς και να σκέφτεσαι μέσα στην καρδιακή κίνηση, σύμφωνα με τον Ιωάννη της Κλίμακος που λέει: «Αρχή της προσευχής είναι να αποκρούει ο νους εκ προοιμίου με τη μονολόγιστη προσευχή την προσβολή των λογισμών.

Μεσότητά της είναι να παραμένει η διάνοια σ’ εκείνα που λέει και μόνο. Και τέλος της προσευχής είναι η αρπαγή προς τον Κύριο».

Και ο άγιος Νείλος λέει: «Η ανώτερη προσευχή είναι των τελείων, η οποία είναι μία αρπαγή του νου και τέλεια έκσταση από τα αισθητά, οπότε το πνεύμα με αλάλητους στεναγμούς πλησιάζει ικετευτικά το Θεό(Ρωμ. 8, 26) που βλέπει τη διάθεση της καρδιάς ν’ ανοίγει σαν γραμμένο βιβλίο και με άφωνα ψηφία να του παρουσιάζει την επιθυμία της. Έτσι αρπάχθηκε και ο Παύλος μέχρι τον τρίτο ουρανό, μη γνωρίζοντας αν είναι με το σώμα ή χωρίς το σώμα(Β΄ Κορ. 12, 2). Έτσι και ο Πέτρος είδε την οπτασία της οθόνης όταν ανέβηκε στο δώμα να προσευχηθεί(Πράξ. 10, 11–16).Δεύτερη προσευχή, κατώτερη από την πρώτη, είναι όταν λέει κανείς τα λόγια της προσευχής και ο νους παρακολουθεί με κατάνυξη και με συναίσθηση σε Ποιόν απευθύνει τη δέησή του. Προσευχή όμως που διασπάται και συμφύρεται με σωματικές φροντίδες, βρίσκεται μακριά από το να είναι πραγματική προσευχή».Εσύ λοιπόν να τηρείς αυτά και να μην παραδέχεσαι τα άλλα, ώσπου να ειρηνεύσουν τα πάθη και να συμβουλευτείς, όπως προείπαμε, εκείνους που έχουν πείρα. Αυτά που είπαμε παραπάνω και τα παρόμοια με αυτά είναι με λίγα λόγια τα σημάδια της πλάνης. Πρόσεξε τώρα και τα σημάδια της αλήθειας.

Τα σημάδια της αλήθειας και του αγαθού και ζωοποιού Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η χρηστότητα, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια, τα οποία απαριθμεί ο θείος Παύλος αποκαλώντας τα καρπούς του Αγίου Πνεύματος(Γαλ. 5, 22).

Παράρτημα – Γνώση, Σοφία

Τη γνώση την προξενεί η προσευχή και η πολλή ησυχία με τέλεια αμεριμνία, ενώ τη σοφία την προξενεί η μελέτη των λόγων του Θεού που γίνεται χωρίς κενοδοξία, και προπάντων η χάρη του Θεού».

Το “μυστικό” για μια ζωή αφθονίας, αρμονίας, ευτυχίας και ικανοποίησης είναι να έχουμε ένα σαττβικό νου απαλλαγμένο από επιθυμίες και εγωισμό και να ζούμε κάθε στιγμή σε συνειδητή επαφή με τον αληθινό μας Εαυτό (Συνείδηση).

🌺 Φως, Ειρήνη, Αγάπη